Τρίτη 29 Σεπτεμβρίου 2015

Λευκό
Το λευκό που μ’ αρέσει
Λευκό του πάγου
και λευκό του χιονιού
Κοφτερό και σκληρό σαν ατσάλι
Που αφήνει
το βλέμμα
να αγγίξει το άπειρο
Το απόλυτο αυτό
ελευθερία
και
δέσμευση
Που μια ακίδα μικρή
μια ανάσα
λίγο πιο έντονη
και το άπειρο γυρίζει πλευρό
και ξυπνάει
θνητό
μια κηλίδα ωχρά
μια πελώρια θλίψη
μια οθόνη
πάλλευκη κηλιδωμένη
Ήθελα να μου πεις
πώς το γαλάζιο δικό σου
διαπέρασε το λευκό
κι έσμιξαν
Πώς έγιναν τα δύο
ακηλίδωτος ουρανός
και
σύννεφα-ταξιδιώτες.

Άννα Αντωνίου